Ορισμός του"προληπτικός" στα Ελληνικά

Βρείτε την έννοια του προληπτικός στα Ελληνικά και σε εκατοντάδες άλλες γλώσσες παγκοσμίως

Περιεχόμενο που δημιουργήθηκε από AIΜόνο για αναφορά

Οι ορισμοί λέξεων παρέχονται από παρόχους AI (OpenAI, Claude, κ.λπ.) και είναι μόνο για αναφορά. Αυτό δεν είναι επίσημο λεξικό και μπορεί να περιέχει σφάλματα. Παρακαλώ συμβουλευτείτε έγκυρες λεξικογραφικές πηγές για τις πιο ακριβείς πληροφορίες.

προληπτικός

/proliptiˈkos/
Επίθετο

Ορισμοί

1

Επίθετο

Αυτός που γίνεται ή αποσκοπεί στην πρόληψη, στην αποτροπή κάποιου κακού ή δυσάρεστου γεγονότος. (Σχετίζεται με μέτρα, ενέργειες, φάρμακα κ.λπ.)
🟡Μεσαίος
2

Επίθετο

Αυτός που πιστεύει σε προλήψεις, δηλαδή σε παράλογες δοξασίες ή φόβους που συνδέονται με τη δεισιδαιμονία.
🟡Μεσαίος

Παραδείγματα

  • "Ο γιατρός συνέστησε προληπτικές εξετάσεις για την έγκαιρη διάγνωση της ασθένειας."

    Ο γιατρός συνέστησε προληπτικές εξετάσεις για την έγκαιρη διάγνωση της ασθένειας.

  • "Δεν είμαι προληπτικός, αλλά δεν μου αρέσει να περνάω κάτω από σκάλες."

    Δεν είμαι προληπτικός, αλλά δεν μου αρέσει να περνάω κάτω από σκάλες.

Συνώνυμα

Αντώνυμα

Ετυμολογία

Από την αρχαία ελληνική λέξη «πρόληψις» (προλαμβάνω, δηλαδή λαμβάνω κάτι εκ των προτέρων, προβλέπω) και την κατάληξη -ικός. Η σημασία του «δεισιδαίμονα» αναπτύχθηκε μεταγενέστερα, πιθανώς από την ιδέα των προκαταλήψεων ή των προδιαμορφωμένων ιδεών.

Πολιτιστικές σημειώσεις

Η λέξη «προληπτικός» στην ελληνική γλώσσα έχει δύο διακριτές και συχνά αντίθετες σημασίες, οι οποίες γίνονται κατανοητές από το συμφραζόμενο. Η μία αναφέρεται στην πρόληψη και την προφύλαξη (π.χ. προληπτικά μέτρα υγείας), κάτι που θεωρείται θετικό και λογικό. Η άλλη αναφέρεται στη δεισιδαιμονία και τις παράλογες πεποιθήσεις (π.χ. «είναι προληπτικός» για κάποιον που πιστεύει στο κακό μάτι ή τον αριθμό 13), κάτι που συνήθως έχει αρνητική ή χιουμοριστική χροιά.

Frequency:Common

Βοηθός AI

Συζήτηση λέξης: "προληπτικός"
Πατήστε Enter για αποστολή, Shift+Enter για νέα γραμμή