Ορισμός του"παραγωγικός" στα Ελληνικά

Βρείτε την έννοια του παραγωγικός στα Ελληνικά και σε εκατοντάδες άλλες γλώσσες παγκοσμίως

Περιεχόμενο που δημιουργήθηκε από AIΜόνο για αναφορά

Οι ορισμοί λέξεων παρέχονται από παρόχους AI (OpenAI, Claude, κ.λπ.) και είναι μόνο για αναφορά. Αυτό δεν είναι επίσημο λεξικό και μπορεί να περιέχει σφάλματα. Παρακαλώ συμβουλευτείτε έγκυρες λεξικογραφικές πηγές για τις πιο ακριβείς πληροφορίες.

παραγωγικός

/paɾaɣoʝiˈkos/
Επίθετο

Ορισμοί

1

Επίθετο

Αυτός που παράγει ή έχει την ιδιότητα να παράγει αποτελέσματα, προϊόντα, έργο ή αξία.
🟡Μεσαίος
2

Επίθετο

(για άνθρωπο) Αυτός που εργάζεται αποδοτικά, με υψηλή απόδοση και δημιουργεί θετικά αποτελέσματα.
🟡Μεσαίος

Παραδείγματα

  • "Ένας παραγωγικός εργαζόμενος συμβάλλει σημαντικά στην ανάπτυξη της εταιρείας."

    Ένας παραγωγικός εργαζόμενος συμβάλλει σημαντικά στην ανάπτυξη της εταιρείας.

  • "Χρειαζόμαστε πιο παραγωγικές μεθόδους για να αυξήσουμε την απόδοση της παραγωγής."

    Χρειαζόμαστε πιο παραγωγικές μεθόδους για να αυξήσουμε την απόδοση της παραραγωγής.

  • "Είχαμε μια πολύ παραγωγική συζήτηση για τα μελλοντικά μας σχέδια."

    Είχαμε μια πολύ παραγωγική συζήτηση για τα μελλοντικά μας σχέδια.

Συνώνυμα

Αντώνυμα

Ετυμολογία

Προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό ρήμα «παράγω» (παρά + άγω, που σημαίνει 'οδηγώ δίπλα', 'φέρνω σε ύπαρξη', 'δημιουργώ') και την κατάληξη -ικός, η οποία δηλώνει ιδιότητα ή σχέση.

Πολιτιστικές σημειώσεις

Στην ελληνική κουλτούρα, η έννοια του «παραγωγικού» συνδέεται στενά με την εργατικότητα, την αποδοτικότητα και την ικανότητα δημιουργίας αξίας. Η παραγωγικότητα εκτιμάται ιδιαίτερα στον εργασιακό χώρο και θεωρείται θετικό χαρακτηριστικό τόσο για άτομα όσο και για ομάδες ή διαδικασίες. Μπορεί να αναφέρεται τόσο σε υλικά αγαθά όσο και σε άυλα αποτελέσματα, όπως ιδέες ή λύσεις.

Frequency:Common

Βοηθός AI

Συζήτηση λέξης: "παραγωγικός"
Πατήστε Enter για αποστολή, Shift+Enter για νέα γραμμή