Ορισμός του"δυναμικός" στα Ελληνικά

Βρείτε την έννοια του δυναμικός στα Ελληνικά και σε εκατοντάδες άλλες γλώσσες παγκοσμίως

Περιεχόμενο που δημιουργήθηκε από AIΜόνο για αναφορά

Οι ορισμοί λέξεων παρέχονται από παρόχους AI (OpenAI, Claude, κ.λπ.) και είναι μόνο για αναφορά. Αυτό δεν είναι επίσημο λεξικό και μπορεί να περιέχει σφάλματα. Παρακαλώ συμβουλευτείτε έγκυρες λεξικογραφικές πηγές για τις πιο ακριβείς πληροφορίες.

δυναμικός

/ðinaˈmikos/
Επίθετο

Ορισμοί

1

Επίθετο

Που έχει δύναμη, ενέργεια, ζωντάνια και δραστηριότητα. Που χαρακτηρίζεται από συνεχή εξέλιξη, κίνηση ή αλλαγή.
🟡Μεσαίος

Παραδείγματα

  • "Είναι ένας πολύ δυναμικός άνθρωπος στη δουλειά του."

    Έχει μεγάλη ενέργεια και πρωτοβουλία στην επαγγελματική του ζωή.

  • "Η εταιρεία παρουσιάζει δυναμική ανάπτυξη στην αγορά."

    Η εταιρεία αναπτύσσεται με γρήγορους και ισχυρούς ρυθμούς.

  • "Ο αθλητής έκανε μια δυναμική εμφάνιση στον αγώνα."

    Ο αθλητής αγωνίστηκε με πολύ ενέργεια και δύναμη.

Συνώνυμα

Αντώνυμα

Ετυμολογία

Από την αρχαία ελληνική λέξη «δύναμις» (δύναμη, ισχύς, ικανότητα), η οποία προέρχεται από το ρήμα «δύναμαι» (μπορώ, έχω τη δύναμη ή την ικανότητα).

Πολιτιστικές σημειώσεις

Δεν υπάρχουν ιδιαίτερες πολιτισμικές σημειώσεις για τη χρήση της λέξης.

Frequency:Common

Βοηθός AI

Συζήτηση λέξης: "δυναμικός"
Πατήστε Enter για αποστολή, Shift+Enter για νέα γραμμή