Ορισμός του"αριστεία" στα Ελληνικά

Βρείτε την έννοια του αριστεία στα Ελληνικά και σε εκατοντάδες άλλες γλώσσες παγκοσμίως

Περιεχόμενο που δημιουργήθηκε από AIΜόνο για αναφορά

Οι ορισμοί λέξεων παρέχονται από παρόχους AI (OpenAI, Claude, κ.λπ.) και είναι μόνο για αναφορά. Αυτό δεν είναι επίσημο λεξικό και μπορεί να περιέχει σφάλματα. Παρακαλώ συμβουλευτείτε έγκυρες λεξικογραφικές πηγές για τις πιο ακριβείς πληροφορίες.

αριστεία

/a.riˈsti.a/
Ουσιαστικό

Ορισμοί

1

Ουσιαστικό

Η κατάσταση ή η ποιότητα του να είσαι εξαιρετικός, διακεκριμένος ή ανώτερος σε κάποιον τομέα, επίτευγμα ή χαρακτηριστικό. Η υπέρβαση των συνηθισμένων προτύπων σε απόδοση ή ποιότητα.
🟡Μεσαίος

Παραδείγματα

  • "Η αριστεία στις σπουδές είναι στόχος για πολλούς φοιτητές."

    Η αριστεία στις σπουδές είναι στόχος για πολλούς φοιτητές.

  • "Το βραβείο αριστείας απονέμεται στους κορυφαίους μαθητές."

    Το βραβείο αριστείας απονέμεται στους κορυφαίους μαθητές.

  • "Επιδιώκουμε την αριστεία σε όλες τις υπηρεσίες που προσφέρουμε."

    Επιδιώκουμε την αριστεία σε όλες τις υπηρεσίες που προσφέρουμε.

Συνώνυμα

Αντώνυμα

Ετυμολογία

Προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη «ἀριστεία», που σημαίνει «η αρετή του αρίστου», από το «ἄριστος» (άριστος), που σημαίνει «ο καλύτερος», «ο ικανότερος», «ο ευγενέστερος».

Πολιτιστικές σημειώσεις

Στην ελληνική κουλτούρα, η αριστεία συνδέεται στενά με την αρχαιοελληνική έννοια της αρετής και της τελειότητας, όχι μόνο στην ακαδημαϊκή ή επαγγελματική επίδοση, αλλά και στην ηθική και προσωπική ανάπτυξη. Συχνά χρησιμοποιείται σε εκπαιδευτικά πλαίσια για να αναφερθεί στην υψηλή επίδοση μαθητών και φοιτητών, αλλά και σε επιχειρηματικά περιβάλλοντα για την ποιότητα υπηρεσιών ή προϊόντων.

Frequency:Common

Βοηθός AI

Συζήτηση λέξης: "αριστεία"
Πατήστε Enter για αποστολή, Shift+Enter για νέα γραμμή